Ανοιχτή επιστολή
Στίχοι – μουσική - ερμηνεία: Παντελής Κυραμαργιόςπ
Κάνε κοπάνες, τατουάζ, κάνε και τρύπα στη μύτη,
Μόνο μη φέρεις, παιδί μου, ποτέ φασίστα στο σπίτι…
Στις 28 Οκτωβρίου του 1940, η Ελλάδα περνά στη σωστή πλευρά της ιστορίας, παρά την ιδεολογική συγγένεια του Ιωάννη Μεταξά με τους ηγέτες των δυνάμεων του Άξονα.
Η μάχη με το τέρας του φασισμού από τότε είναι διαρκής και δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια απαιτεί μεγαλύτερη επαγρύπνηση. Το χρωστάμε στην ιστορία μας, στον Παύλο, στον Λουκμάν, στους εαυτούς μας και στους επόμενους.
Το τραγούδι αποτελεί πάντα πανίσχυρο όπλο απέναντι στο σκοτάδι, την ασχήμια και τη βαρβαρότητα. Η «Ανοιχτή Επιστολή» γράφτηκε στις 7 Οκτωβρίου του 2020, αμέσως μετά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας στη δίκη της Χρυσής Αυγής.
«Γυρίζοντας από τη συγκέντρωση στο Εφετείο προς το σπίτι, παρατηρώντας τις ελληνικές σημαίες στα μπαλκόνια των πολυκατοικιών, παρά τη συγκίνηση και την ανακούφιση καταλάβαινα ότι δεν έχουμε ξεμπερδέψει. Τι σχέση έχουν όλοι αυτοί που κρεμάνε τις σημαίες με την Ελλάδα; Πόσο τη σέβονται; Πόσο την τιμούν; Τι γνωρίζουν από την ιστορία αυτής της χώρας; Τέσσερις σελίδες σκέψεις κι άλλη μια με απεύθυνση στην κόρη μου ακολούθησαν μόλις ξεκλείδωσα την πόρτα» Π.Κ.
VIDEO
Ακούστε το τραγούδι και δείτε το video lyric στο YouTube : ΕΔΩ
Στίχοι – μουσική - ερμηνεία: Παντελής Κυραμαργιός
Sound design, ενορχήστρωση, παιξίματα, ηχογράφηση, μίξη, επιμέλεια βίντεο:
Βάιος Πράπας
Mastering : Κυριάκος Κυριακού
Στίχοι
Απ’ το μπαλκόνι σου κρεμάς μια γαλανόλευκη σημαία
Να μια πράξη γενναία και τι εικόνα ωραία
Δηλαδή αγαπάς την Ελλάδα και τιμάς την Ελλάδα,
Μα πότε διάβασες, θυμάσαι, έναν ποιητή τελευταία;
Ξέρεις, τον Βάρναλη, τον Ρίτσο, τον Ελύτη…
Μήπως σ’ αρέσουν τα αρχαία; Θα ‘χεις βιβλία στο σπίτι
Θαυμάζεις τόσο τον Επίκουρο ή τον Πλάτωνα;
Οι εγκυκλοπαίδειες στοίβες στο πάτωμα, ε;
Μήπως γουστάρεις Ηράκλειτο;
Όχι μεγάλε! Το μυαλό σου είν’ άπλυτο
και το ξεπλένεις με δήθεν εθνικές υπερηφάνειες
για μια πατρίδα που θα πρόδιδες
αν άκουγες τις πρώτες καμπάνες
Στη Μυτιλήνη δεν αφήνεις μια βάρκα να δέσει
το προσωπείο το ανθρώπινο που φοράς έχει πέσει
Μία γυναίκα γκαστρωμένη είναι μέσα
Μωρά παιδιά. ΜΩΡΑ ΠΑΙΔΙΑ και μεγάλοι
κι εσύ έναν βόθρο ξερνάς που ‘χεις κρυμμένο στο κεφάλι
Μετά σε δυο φοιτητριούλες κάνεις γελοίο καμάκι
και δίχως τύψεις γυρνάς στο αυθαίρετό σου σπιτάκι
να φας ζεστό το φαγητό σου αφού κάνεις τον σταυρό σου
και στων παιδιών σου τη μαμά μιλάς με βία
Δεν είναι η μπύρα σου κρύα
Λες, ένα πρεζάκι απεγνωσμένο στο μαγαζί σου μπουκάρει
κρατάς στα χέρια σου φτυάρι με ζήλο σκάβεις τον τάφο του
Κι ύστερα αναρωτιέσαι τι έκανε ένα δεκαπεντάχρονο στα Εξάρχεια.
Η ομάδα εκείνο το βράδυ ήτανε άθλια
Και ο οξύθυμος Παύλος έκανε πάλι καυγά
με εκείνα τα παιδιά που ‘χαν προηγούμενα
και κάπως ξαφνικά βρέθηκε ένα μαχαίρι
στου δολοφόνου το χέρι και λες πως ήταν "Η κακιά η στιγμή"
Δε συμφωνείς με τις εκτρώσεις, είναι αθώες ψυχές
Πονάνε λίγο οι αρθρώσεις κι έχεις γεμίσει πληγές
απ’ τα σκαλιά που ανεβαίνεις μπουσουλώντας στην Τήνο
Ξεχνάς το αγόρι εκείνο που είχε μπει στο λεωφορείο χωρίς να πάρει εισιτήριο
Ψάχνεις για θύμα εξιλαστήριο και βρίσκεις πάντα τον ξένο
Φίλε μου σ’ έχω χεσμένο
Γιατί αν παίζει καλή μπάλα ο ξένος δεν είναι εχθρός, ο ξένος είναι Θεός
Παίρνεις φανέλα στον γιο σου με όνομα ξένου στην πλάτη
Μα όταν τον βάζεις στο κρεβάτι για παραμύθι του λες
ότι οι ξένοι μας κλέβουν τις πιο καλές δουλειές
Και διαδηλώνεις στου σχολείου την αυλή
να μη φοιτήσουν προσφυγάκια εκεί
μην αλλοιώσουν τον ιερό πολιτισμό
Μάγκα μου, θα τρελαθώ!
Εσύ που κάνεις ξαφνικά τον νταή
Που όταν λες θέατρο εννοείς Σεφερλή
και περιμένεις πότε θα πληρωθείς
να πας μπουζούκια πάλι να εκτονωθείς
Που έχεις πήξει σε Τατιάνα και Πάνια
κι η πολιτισμική είναι η πιο μεγάλη σου ορφάνια
Αντιμετώπισε λοιπόν τον εαυτό σου
και δες ποιος είναι αληθινά ο εχθρός σου
Κοίταξε γύρω τι συμβαίνει κι αν αξιοπρέπεια σου μένει
ίσως ξεφύγεις απ‘ την τόση σαπίλα. Κι άκου, ξεφτίλα!
Κόψε επιτέλους τις μπούρδες για τρομερές συνομωσίες
γιατί οι τύποι σε γαμάνε με τις δικές σου ευλογίες
Παλιά παιζόταν το παιχνίδι αλλιώς
Τις χούντες έβγαζε μπροστά ο στρατός
Τώρα ο στρατός είσαι εσύ γιατί εσύ τους ψηφίζεις
κι όσο θα σπέρνεις σκατά τόσο σκατά θα θερίζεις
Κλέβουν το σπίτι σου μέρα μεσημέρι
κι εσύ κοιτάς με το ποντίκι στο χέρι
Κι όταν η νύχτα θα ‘ρθει θα τους πετύχεις ξανά
γιατί συχνάζετε στα ίδια μαγαζιά
Αυτοί θα τρώνε τα λεφτά σου
ο Σφακιανάκης θα παίζει κι εσύ θα ιδρώνεις στριμωγμένος στο πίσω τραπέζι
Έχω χαλάσει τόσο χρόνο να μιλάω σε ντουβάρι
Σαν εξωγήινος μ’ ακούς κι ούτε που παίρνεις χαμπάρι
μα τα ντουβάρια είναι πολλά, κάνουν τον κόσμο φυλακή
Μέσα σ΄ αυτή τη φυλακή ήρθες χαρά μου εσύ
Και σου χρωστάω μια συγγνώμη που δεν βρήκα τρόπο ακόμη
να ομορφύνω το τοπίο Είναι αστείο…
Σαν δεσμοφύλακας γυρνάω και συχνά σε διατάζω
κι όσο εσύ δεν ακούς πιο δυνατά εγώ φωνάζω
Όμως να ξέρεις, πως κρυφά γελάω και νιώθω καλά
γιατί η ανυπακοή είναι στα αλήθεια αρετή
Δεν με ενδιαφέρει η διαγωγή σου αν θα ‘ναι κοσμιοτάτη
Θέλω ποτέ να μην ξεχνάς πως έχεις δυο φτερά στην πλάτη
Πέτα ψηλά και με θάρρος για να σηκώνεις το βάρος
που έχει η γνώμη. Πέτα με τόλμη
Κι όταν θα μπεις στην εφηβεία και θα σε περιορίζω
να ‘ξέρεις πάντα θα ‘μαι εδώ στα αλήθεια να σε στηρίζω
Κάνε κοπάνες, τατουάζ, κάνε και τρύπα στη μύτη
Μόνο μη φέρεις, παιδί μου, ποτέ φασίστα στο σπίτι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου