Το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού παρουσιάζει από τις 20 Δεκεμβρίου το θεατρικό έργο «Το Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας» του Γρηγορίου Ξενόπουλου στο «ΘΕΑΤΡΟΝ» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος».
Τη σκηνοθεσία του κλασικού ελληνικού έργου, που θεωρείται το αριστούργημα του Γρηγορίου Ξενόπουλου υπογράφει ο Πέτρος Ζούλιας και τον ρόλο της Κοντέσσας Βαλέραινας υποδύεται η διακεκριμένη ηθοποιός Νένα Μεντή.
Η Μαρία Κανελλοπούλου υποδύεται τον ρόλο της οικονόμου, ο Νίκος Νίκας τον γιο Κόντε Βαλέρη, ενώ η Βασιλική Τρουφάκου ερμηνεύει τον ρόλο της νεαρής νύφης. Μαζί τους, οι ηθοποιοί: Δημήτρης Καπετανάκος, Δημήτρης Αριανούτσος, Μαριάννα Τουντασάκη, Γιώργος Λόξας, Φαίη Φραγκαλιώτη, Άννα-Μαρία Κατσουλάκη.
Λίγα λόγια για το έργο:
Η στάση των ηρώων απέναντι στα ηθικά ιδεώδη αποτελεί τον κεντρικό άξονα του ζακυνθινού, γεμάτου σασπένς και με ανατροπές, αστικού δράματος. Στις δύσκολες στιγμές, η αξία της τιμής και της αξιοπρέπειας έρχεται αντιμέτωπη με την ανάγκη και το χρήμα. H απόφαση της Κοντέσσας Βαλέραινας είναι καθοριστική για το μέλλον της οικογένειας των Βαλέρηδων. Το ζήτημα που θίγει ο Ξενόπουλος στο έργο του παραμένει επίκαιρο, με την αρετή της αξιοπρέπειας από τη μία πλευρά και τη διαφθορά του χρήματος από την άλλη να βρίσκονται στο επίκεντρο του έργου.
Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει χαρακτηρίσει «Το Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας» ως «το καλύτερο έργο της ζωής του». Σπουδαίες ηθοποιοί του ελληνικού θεάτρου, όπως η Ευαγγελία Παρασκευοπούλου, η Μαρίκα Κοτοπούλη, η Κυβέλη και η Άννα Συνοδινού έχουν ερμηνεύσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο και το έργο έχει σημειώσει τεράστια επιτυχία.
«…Το Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας το συνέλαβα νέος, το έγραψα άντρας, το ξανάγραψα μεσόκοπος, το τελείωσα σχεδόν γέρος. Είναι το έργο όλης μου της ζωής.
Ό,τι μ’ αρέσει προπάντων σ’ αυτό, είναι η ευγένεια κι η πρωτοτυπία του μύθου, -ποτέ μου δεν ξαναβρήκα θέμα παρόμοιο ούτε στη Φιλολογία μας υπάρχει, ούτε στο ξένο Θέατρο θα μπορούσε κανείς να βρει εύκολα κάτι που να του μοιάζη- κι η αυστηρότης, η συμμετρία της δραματικής μορφής. Είναι κάτι βαθιά Ζακυνθινό, μα συγχρόνως και βαθιά Ελληνικό. Και μπόρεσα να το σφικτοδέσω, να το βάλω όλο σε μιά μεγάλη πράξη, χωρισμένη απλά και φυσικά σε τρία μικρά μέρη, γιατί το δράμα αρχίζει το πρωΐ, στον ίδιο πάντα τόπο, τελειώνει το βράδυ. Εκείνο που λέμε «σκηνική οικονομία» σε κανένα μου έργο δε φαίνεται τελειότερο· και μπορεί κανείς να προσέξη μόνο στα μπαινοβγάλματα των προσώπων στη σκηνή που είναι ο σκόπελος όχι μόνο των αρχαρίων…
Έπειτα δεν έχει ούτε μια λέξη παραπάνω, που να μη χρειάζεται δηλαδή απολύτως στην εξέλιξη του μύθου, στην πρόοδο του δράματος και συγχρόνως στο χαρακτηρισμό των προσώπων. Όλ’ αυτά χωρίς περιττό στολίδι, χωρίς θεατρικό κόλπο κανένα. «Με τα λιτότερα δραματικά μέσα», παρατηρεί ένας κριτικός…» Γρηγόριος Ξενόπουλος, Από τον Πρόλογον του 1918.
Σημείωμα Σκηνοθέτη Πέτρου Ζούλια:
Όσο δούλευα το «Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας» ανακάλυπτα την τεράστια αξία του. Τη διαχρονική, την παγκόσμια. Γιατί με αυτό το έργο, ο σπουδαίος συγγραφέας εισβάλλει στο θέατρο των ιδεών. Στο θέατρο δηλαδή που έχει στο επίκεντρο τον άνθρωπο, απέναντι στην κοινωνία και τα μεγάλα της θέματα. Όπως ο Τσέχωφ και ο Ίψεν έτσι και εδώ ο Ξενόπουλος αναδεικνύει κάτω από τις λέξεις και τις συμπεριφορές των ηρώων του, μια μεγάλη ιδεολογική σύγκρουση. Από τη μία πλευρά στέκει ο παλιός ρομαντικός κόσμος των αξιών και της παράδοσης και από την άλλη το ορθολογικό υλιστικό πνεύμα του μέλλοντος. Το ένδοξο παρελθόν θα πεθάνει μπροστά στην αναγκαία γέννηση ενός σύγχρονου κόσμου, που έχει στο κέντρο του το χρήμα. Οι αρχές και οι αξίες δοκιμάζονται και από τις δύο πλευρές. Οι άνθρωποι λυγίζουν. Άλλοι κάτω από το βάρος της δύσκολης επιβίωσης και η άλλη, η μοναχική Βαλέραινα, από το βάρος του ιερού καθήκοντος. Της τιμής και της υπόληψής της. Ο θεσμός της οικογένειας γίνεται η άγρια αρένα για το ποιος θα νικήσει, σε αυτή τη σπαρακτική σύγκρουση.
Η άνοδος του καπιταλισμού και η αστική τάξη που διαμορφώνονταν τότε, έγιναν η βάση της ανησυχίας και του προβληματισμού του Ξενόπουλου. Πού πάει ο κόσμος και με ποιο αξιακό σύστημα θα πορευτεί;
Πολλοί μελετητές του έργου του πιστεύουν, πως η Βαλέραινα είναι ο ίδιος ο συγγραφέας. Αν και μεσοαστός, μέσα σε αυτό το έργο κλείνει την ενοχή και τη νοσταλγία ταυτόχρονα για έναν κόσμο που χάνεται. Η κοινωνία του Ξενόπουλου αλλάζει γρήγορα. Αποκτά νέες προτεραιότητες. Νέα ήθη και πρότυπα.
Ο ίδιος ο Ξενόπουλος θεωρεί το συγκεκριμένο έργο ως το καλύτερό του. Το συνέλαβε νέος, το έγραψε μεσόκοπος και το ολοκλήρωσε ηλικιωμένος. Το χαρακτηρίζει έργο πατριωτικό και διδακτικό.
Στο ανέβασμα της παράστασης προσπάθησα να αξιοποιήσω το αρχικό υλικό. Το διήγημά του. Έτσι επί σκηνής, έδωσα σάρκα και οστά στην πεθαμένη πεθερά της Βαλέραινας, κρατώντας τη γλώσσα και το πνεύμα του συγγραφέα. Οδηγήθηκα σε αυτή την επιλογή, γιατί είδα πόσο πιο ανθρώπινη γινόταν η ηρωίδα του, πόσο λιγότερο εμβληματική. Στο διήγημα η άκαμπτη κοντέσσα, κάμπτεται. Στο τέλος προδίδει τον όρκο και το μυστικό της. Η διαφορετική αυτή πλευρά του χαρακτήρα της, που την κάνει πιο ανθρώπινη και ευάλωτη, μπροστά στο δίλημμα να πουλήσει ή όχι το ιερό μυστικό της, εντάχθηκε στη παράσταση σαν μια μικρή παρέμβαση του Ξενόπουλου πεζογράφου στον θεατρικό Ξενόπουλο.
Σε μια εποχή κρίσης παντός είδους, όπως η δικιά μας, που το ηθικό και αξιακό σύστημα δοκιμάζεται καθημερινά, το έργο στέκει ολοζώντανο, σαν να αναφέρεται στον σημερινό κόσμο. Γιατί το κλασικό είναι και σύγχρονο.
Ευχαριστώ το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού για την εμπιστοσύνη, τη φίλη μου Νένα για τη συμπόρευση και όλους τους συνεργάτες μου, που φύλαξαν με αγάπη αυτό το μυστικό.
**ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ** (ΜΕΧΡΙ ΚΥΡΙΑΚΗ 28 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ: ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ 24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2024 ΔΕΝ ΘΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΕΙ Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου